B.B.KING

Ο Μπι Μπι Κινγκ (Riley B. “B.B.” King, 16 Σεπτεμβρίου 1925 – 14 Μαΐου 2015) ήταν Αμερικανός μπλουζ κιθαρίστας και τραγουδοποιός. Ήταν ένας από τους πιο γνωστούς μουσικούς της μπλουζ στον κόσμο. Σήμα κατατεθέν του B. B. King ήταν η κιθάρα με το προσωνύμιο Lucille, μια “ειδικής κατασκευής” Gibson που ξεκίνησε να χρησιμοποιεί τη δεκαετία του 1950. Με το πέρασμα των χρόνων πέρασαν διάφορες “Lucille” από τα χέρια του, αλλά ουσιαστικά ήταν το ίδιο μοντέλο κιθάρας προσαρμοσμένο στις ανάγκες του καλλιτέχνη. Είχε άδεια πιλότου, ήταν γνωστός τζογαδόρος και χορτοφάγος, δεν έπινε ποτέ αλκοόλ ούτε κάπνιζε.

Το 1949 ο B. B. King ξεκίνησε να ηχογραφεί δίσκους στην εταιρεία RPM Records η οποία έδρευε στο Λος Άντζελες. Πολλές από τις πρώτες δουλειές του καλλιτέχνη ηχογραφήθηκαν από τον Sam Phillips, ο οποίος αργότερα ίδρυσε την θρυλική Sun Records και ανακάλυψε τον Elvis Presley. Ο King ήταν επίσης disc jockey στο Μέμφις, όπου και του δόθηκε το παρατσούκλι Beale Street Blues Boy, αργότερα γνωστό σαν B.B.

Την δεκαετία του ’50, ο King έγινε ένα από τα πιο σημαντικά ονόματα της R&B μουσικής, θέση στην οποία οδηγήθηκε από τραγούδια όπως τα You Know I Love You, Woke Up This Morning, Please Love Me, When My Heart Beats like a Hammer, Whole Lotta Love, You Upset Me Baby, Every Day I Have the Blues, “Sneakin’ Around, Ten Long Years, Bad Luck, Sweet Little Angel, On My Word of Honor, και Please Accept My Love. Το 1962 υπέγραψε με την εταιρεία ABC-Paramount Records.

Η πρώτη του επιτυχία πέρα από την καθαρή μπλουζ μουσική ήρθε με το κομμάτι The Thrill Is Gone το οποίο ήταν επανεκτέλεση, με πρώτο εκτελεστή τον Roy Hawkins. Το τραγούδι έγινε επιτυχία στα τσαρτς της R&B αλλά και τις ποπ, κάτι πρωτόγνωρο για έναν R&B καλλιτέχνη. Τα βλέμματα όλων κέρδισε όταν έκανε το άνοιγμα στις συναυλίες της περιοδείας των Rolling Stones το 1969. Η επιτυχία του King συνεχίστηκε τη δεκαετία του ’70 με τραγούδια όπως τα To Know You Is to Love You και I Like to Live the Love. Από το 1951 έως και το 1985 εμφανίστηκε στον πίνακα των charts του Billboard για την R&B 74 φορές.

Τις δεκαετίες που ακολούθησαν, δηλαδή αυτές του ’80, του ’90 και του ’00, ο B. B. King ηχογραφούσε ολοένα και λιγότερα νέα τραγούδια. Αντ’ αυτού, αφιερώθηκε σε εμφανίσεις σε τηλεοπτικές εκπομπές, κινηματογραφικές ταινίες αλλά και ζωντανές εμφανίσεις, οι οποίες μετρούσαν 300 νύχτες κάθε χρόνο. Το 1988 δημιούργησε μια νέα γενιά θαυμαστών με την κυκλοφορία του single When Love Comes To Town, με τη συνεργασία του με το Ιρλανδικό συγκρότημα U2, στο άλμπουμ Rattle and Hum. Το 2000, ο B. B. King συνεργάστηκε με τον κιθαρίστα Έρικ Κλάπτον για την ηχογράφηση του Riding With the King.

Το 2003 μοιράστηκε τη σκηνή για 30 ολόκληρα λεπτά με το ροκ συγκρότημα Phish στο Νιου Τζέρσεϊ ενώ τον Ιούνιο του 2006 ο King ήταν παρόν στο Three Deuces Building στο Γκρίνγουντ του Μισισίπι για την γιορτή που έγινε προς τιμή της πρώτης του ραδιοφωνικής μετάδοσης. Έως και σήμερα, πάνω από 100 συναυλίες του έχουν μεταδοθεί από το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση (τουλάχιστον ένα μέρος από αυτές) σε πολλές χώρες.

Σε ηλικία των 80 ετών, στις 29 Μαρτίου 2006, ο B. B. King έπαιξε στο Hallam Arena του Σέφιλντ. Αυτή ήταν η πρώτη μέρα της αποχαιρετιστήριας περιοδείας του καλλιτέχνη για το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη. Σε αυτή τη συναυλία συνεργάστηκε με τον Gary Moore, με τον οποίο ο King είχε και παλαιότερα συνεργαστεί για το τραγούδι Since I Met You Baby. Η περιοδεία ολοκληρώθηκε στις 4 Απριλίου 2006 στο Wembley Arena.

Τον Ιούλιο του ίδιου έτους επέστρεψε στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Ελβετία, όπου και έδωσε δύο συναυλίες, στις 2 και στις 3 του μήνα, κατά τη σαρακοστή επέτειο του διάσημου Montreux Jazz Festival. Συνέχισε στη Ζυρίχη οπού και έδωσε μια παράσταση στις 14 Ιουλίου στο Blues at Sunset. Στη τελευταία του εμφάνιση στο Montreux εμφανίστηκε με τους Joe Sample, Randy Crawford, David Sanborn, Gladys Knight, Lella James, Earl Thomas, Stanley Clarke, John McLaughlin, Barbara Hendrix και George Duke. Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, ο B. B. King εμφανίστηκε επίσης στη Βραζιλία έξι φορές κατά τη διάρκεια αυτής της περιοδείας.

Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου στις 29 Νοεμβρίου 2006 στο Σάο Πάολο, ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον καλλιτέχνη αν αυτή θα είναι η πραγματική αποχαιρετιστήρια περιοδεία. Όπως απάντησε “ένας από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες είναι ένας άνθρωπος από την Σκωτία με το όνομα Σον Κόνερι. Πολλοί θα τον ξέρετε σαν τον James Bond 007. Έπαιξε σε μια ταινία με τον τίτλο Never Say Never Again”.

Τιμητικές διακρίσεις και Βραβεία

    Του απονεμήθηκε το National Medal of Arts το 1990.

    Το 2004 του απονεμήθηκε τιμητικό Ph.D από το πανεπιστήμιο του Μισισίπι και η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Μουσικής του απένειμε το Polar Music Prize.

    Στις 15 Δεκεμβρίου 2006 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζωρτζ Ουώκερ Μπους του απένειμε το Presidential Medal of Freedom.

    Του απονεμήθηκε βραβείο Grammy για τη συνολική του προσφορά (Lifetime Achievement Award) το 1987 ενώ έχει κερδίσει και πολλά άλλα βραβεία Γκράμι.

    Εν έτη του απονεμήθηκε το Kennedy Center Honors.

Δισκογραφία

Άλμπουμ

    King of the Blues (1960)

    My Kind of Blues (1960)

    Live at the Regal (Live, 1965)

    Lucille (1968)

    Live and Well (1969)

    Completely Well (1969)

    Indianola Mississippi Seeds (1970)

    B.B. King In London (1971)

    Live in Cook County Jail (1971)

    Lucille Talks Back (1975)

    Midnight Believer (1978)

    Live “Now Appearing” at Ole Miss (1980)

    There Must Be a Better World Somewhere (1981)

    Love Me Tender (1982)

    Why I Sing the Blues (1983)

    B.B. King and Sons Live (Live, 1990)

    Live at San Quentin (1991)

    Live at the Apollo (Live, 1991)

    There is Always One More Time (1991)

    Deuces Wild (1997)

    Riding with the King (2000)

    Reflections (2003)

    The Ultimate Collection (2005)

    B.B. King & Friends: 80 (2005)

Σινγκλ

    “Miss Martha King” (1949, Bullet)

    “Got the Blues” (1949)

    “Mistreated Woman” (1950, RPM)

    “The Other Night Blues” (1950)

    “I Am” (1950)

    “My Baby’s Gone” (1950)

    “B.B. Blues” (1951)

    “She’s a Mean Woman” (1951)

    “Three O’Clock Blues” (1951)

    “Fine-Looking Woman” (1952)

    “Shake It Up and Go” (1952)

    “Someday, Somewhere” (1952)

    “You Didn’t Want Me” (1952)

    “Story from My Heart and Soul” (1952)

    “Woke Up This Morning With A Bellyache” (1953)

    “Please Love Me” (1953)

    “Neighborhood Affair” (1953)

    “Why Did You Leave Me” (1953)

    “Praying to the Lord” (1953)

    “Love Me Baby” (1954)

    “Everything I Do Is Wrong” (1954)

    “When My Heart Beats Like a Hammer” (1954)

    “You Upset Me Baby” (1954)

    “Sneaking Around” (1955) R&B: #14

    “Every Day I Have the Blues” (1955) R&B: #8 1

    “Lonely and Blue” (1955)

    “Shut Your Mouth” (1955)

    “Talkin’ the Blues” (1955)

    “What Can I Do (Just Sing the Blues)” (1955)

    “Ten Long Years” (1955) R&B: #9 2

    “I’m Cracking Up Over You” (1956)

    “Crying Won’t Help You” (1956) R&B: #15

    “Did You Ever Love a Woman?” (1956)

    “Dark Is the Night, Pts. I & II” (1956)

    “Sweet Little Angel” (1956) R&B: #6

    “Bad Luck” (1956) R&B: #3 3

    “On My Word of Honor” (1956) R&B: #3

    “Early in the Morning” (1957)

    “How Do I Love You” (1957)

    “I Want to Get Married” (1957) R&B: #14

    “Twoubles, Twoubles, Twoubles” (1957) R&B: #13 4

    “(I’m Gonna) Quit My Baby” (1957)

    “Be Careful with a Fool” (1957) Pop: #95 5

    “The Keyblade to My Kingdom” (1957)

    “Why Do Everything Happen to Me” (1958, Kent)

    “Don’t Look Now, But You Got the Blues” (1958)

    “Please Accept My Love” (1958) R&B: #9

    “You’ve Been an Angel” (1958) R&B: #16 6

    “The Fool” (1958)

    “A Lonely Lover’s Plea” (1959)

    “Time to Say Goodbye” (1959)

    “Sugar Mama” (1959)

    “Sweet Sixteen, Pt. I” (1960) R&B: #2

    “You Done Lost Your Good Thing” (1960)

    “Things Are Not the Same” (1960)

    “Bad Luck Soul” (1960)

    “Hold That Train” (1960)

    “Someday Baby” (1961)

    “Peace of Mind” (1961) R&B: #7 7

    “Bad Case of Love” (1961)

    “Lonely” (1962)

    “I’m Gonna Sit Till You Give In” (1962, ABC)

    “Down Now” (1962, Kent)

    “The Road I Travel” (1963)

    “The Letter” (1963)

    “Precious Lord” (1963)

    “How Blue Can You Get” (1964, ABC) Pop: #97 8

    “You’re Gonna Miss Me” (1964, Kent)

    “Beautician Blues” (1964)

    “Help the Poor” (1964, ABC) Pop: #98 8

    “The Worst Thing in My Life” (1964, Kent)

    “Rockabye Baby” (1964) Pop: #34 8

    “The Hurt” (1964, ABC)

    “Never Trust a Woman” (1964) Pop: #90 8

    “Please Send Me Someone to Love” (1964)

    “Night Owl” (1964)

    “I Need You” (1965)

    “All Over Again” (1965)

    “I’d Rather Drink Muddy Water” (1965)

    “Blue Shadows” (1965, Kent)

    “Just a Dream” (1965)

    “You’re Still a Parallelogram” (1965, ABC)

    “Broken Promise” (1965, Kent)

    “Eyesight to the Blind” (1966)

    “Five Long Years” (1966)

    “Ain’t Nobody’s Business” (1966)

    “Don’t Answer the Door, Pt. I” (1966, ABC) R&B: #2 Pop: #72

    “I Say in the Mood” (1966, Kent) R&B: #45

    “Waitin’ for You” (1966, ABC)

    “Blues Stay Away” (1967, Kent)

    “The Jungle” (1967)

    “Growing Old” (1967)

    “Blues for Me” (1968)

    “I Don’t Want You Cuttin’ Off Your Hair” (1967, Bluesway)

    “Shoutin’ the Blues” (1968, Kent)

    “Paying the Cost to Be the Boss” (1968, Bluesway) R&B: #10 Pop: #39

    “I’m Gonna Do What They Do to Me” (1968) R&B: #26 Pop: #74

    “The B. B. Jones” (1968) Pop: #98

    “You Put It on Me” (1968) R&B: #25 Pop: #82 9

    “The Woman I Love” (1968) R&B: #31 Pop: #94

    “Get Myself Somebody” (1969)

    “I Want You So Bad” (1969)

    “Get Off My Back Woman” (1969) R&B: #32 Pop: #74 10

    “Why I Sing the Blues” (1969) R&B: #13 Pop: #61

    “Just a Little Love” (1969) R&B: #15 Pop: #76

    “I Want You So Bad” (1969) R&B: #34

    “The Thrill Is Gone” (1970) R&B: #3 Pop: #15

    “So Excited” (1970) R&B: #14 Pop: #54

    “Hummingbird” (1970) R&B: #25 Pop: #48

    “Worried Life” (1970) R&B: #48

    “Ask Me No Questions” (1970, ABC) R&B: #18 Pop: #40

    “Chains and Things” (1970) R&B: #6 Pop: #45

    “Nobody Loves Me But My Mother” (1971)

    “Help the Poor” (1971, re-recording) R&B: #36 Pop: #90

    “Ghetto Woman” (1971) R&B: #18 Pop: #40

    “The Evil Child” (1971) R&B: #34 Pop: #97

    “Sweet Sixteen” (1972, re-recording) R&B: #37 Pop: #93

    “I Got Some Help I Don’t Need” (1972) R&B: #28 Pop: #92

    “Ain’t Nobody Home” (1972) R&B: #28 Pop: #46

    “Guess Who” (1972) R&B: #21 Pop: #62

    “To Know You Is to Love You” (1973) R&B: #12 Pop: #38

    “I Like to Live the Love” (1974) R&B: #6 Pop: #28

    “Who Are You” (1974) R&B: #27 Pop: #78

    “Philadelphia” (1974) R&B: #19 Pop: #64

    “My Song” (1975)

    “Friends” (1975) R&B: #34 11

    “Let the Good Times Roll” (1976) R&B: #20

    “Slow and Easy” (1977) R&B: #88

    “Never Make a Move Too Soon” (1978) R&B: #19

    “I Just Can’t Leave Your Love Alone” (1978) R&B: #90

    “Better Not Look Down” (1979) R&B: #30

    “There Must Be a Better World Somewhere” (1981) R&B: #91

    “Into the Night” (1985) R&B: #15

    “Big Boss Man” (1985) R&B: #62

    “When Love Comes to Town” (1988, with U2) Rock: #2 Pop: #68 12

    “The Blues Come Over Me” (1992) R&B: #63

    “Riding with the King” (2000, with Eric Clapton) Rock: #26

Μη κατηγοροιοποιημένα

    Blues Summit; 1993

    How Blue Can You Get? Live Performances; 1996

    Deuces Wild; 1997

    Take it Home; 1998

    His Best – The Electric B.B. King; 1998

    Completely Well; 1998

    Greatest Hits; 1998

    Blues on the Bayou; 1998

    Millennium Collection – 20th Century Masters; 1999

    His Definitive Greatest Hits; app. 1999

    Live in Japan; 1999

    Let the Good Times Roll; 1999

    Makin’ Love is Good for You; 2000

    Anthology; 2000

    Live at San Quentin (Remastered); 2001

    Here & There – The Uncollected B.B. King; 2001

    A Christmas Collection of Hope; 2001

    Blues is King; 2002

    Christmas Collection – 20th Century Masters; 2003

    Reflections; 2003

Βίντεο

    The Electric B.B. King – His Best (1960)

    Great Moments with B.B. King (1981)

    The King of the Blues: 1989 (1988)

    Got My Mojo Working (1989)

    King of the Blues (Box Set, 1992)

    Why I Sing the Blues (1992)

    Martin Scorsese Presents the Blues: B.B. King; (2003)

    Ultimate Collection (2005)

ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ

Παύλος Σιδηρόπουλος Αθήνα, 27 Ιουλίου 1948 – Νέος Κόσμος, Αθήνα, 6 Δεκεμβρίου 1990

Έλληνας στιχουργός, συνθέτης, τραγουδιστής και ηθοποιός. Ξεκίνησε τη μουσική του καριέρα στο ντουέτο Δάμων και Φιντίας και συνεργάστηκε επίσης με τα Μπουρμπούλια, καθώς και με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80 συνεργάστηκε με το συγκρότημα Απροσάρμοστοι. Πέθανε σε ηλικία 42 ετών από υπερβολική δόση ηρωΐνης.

Θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους της ελληνικής ροκ μουσικής σκηνής και το άλμπουμ του Φλου που συνηχογράφησε με το συγκρότημα Σπυριδούλα από τα χαρακτηριστικά ηχογραφήματα του είδους.

Σαν μαθητής ο Σιδηρόπουλος έπαιρνε καλούς βαθμούς χωρίς να είναι ιδιαίτερα μελετηρός. Ο Σιδηρόπουλος ήρθε σε επαφή με το ροκ κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέσα από τις επιτυχίες των Animals και έγινε φανατικός ακροατής της νέας μουσικής, πηγαίνοντας σε συναυλίες ελληνικών συγκροτημάτων της εποχής όπως οι Charms.Τελειώνοντας τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 1967, πέρασε στο Μαθηματικό Τμήμα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στη Θεσσαλονίκη ήταν συμφοιτητής και συγκάτοικος με τον μετέπειτα τραγουδοποιό Βαγγέλη Γερμανό. Την περίοδο εκείνη ο Σιδηρόπουλος έπαιζε κρουστά και μαζί με τον Γερμανό έπαιζαν συχνά μουσική. Παράλληλα, κυκλοφορούσε στη ροκ σκηνή της πόλης, παρακολουθώντας συχνά το συγκρότημα Μακεδονομάχοι, αλλά χωρίς να δίνει την εντύπωση πως θα ασχολούταν ενεργά με τη μουσική δημιουργία.[ Σε μια έντονα πολιτικοποιημένη περίοδο, λόγω της χούντας, ο Σιδηρόπουλος ένοιωθε απογοητευμένος από τις φοιτητικές οργανώσεις της εποχής, ενώ σταδιακά εγκατέλειψε τις σπουδές του.

Ξεκίνημα της καριέρας στη μουσική

Το 1969, ο Σιδηρόπουλος γνώρισε τον Παντελή Δεληγιαννίδη, τότε κιθαρίστα των Olympians, σε μια συναυλία τους και αμέσως δέθηκαν, συνειδητοποιώντας πως ταιριάζουν τα μουσικά τους γούστα. Κατέβηκαν στην Αθήνα και αποφάσισαν να δημιουργήσουν το συγκρότημα-ντουέτο Δάμων και Φιντίας, όνομα εμπνευσμένο από τους δύο ομώνυμους πιστούς φίλους. Ήρθαν σε επαφή με τον Τάσο Φαληρέα, τότε ιδιοκτήτη δισκάδικου και σύμβουλου της δισκογραφικής εταιρείας Λύρα, όπου και κυκλοφόρησαν το σινγκλ 45 στροφών Το ξέσπασμα / Ο κόσμος τους. Το 1971, έπαιξαν στον συναυλιακό χώρο Κύτταρο, σε μια σειρά από συναυλίες μαζί με τους Socrates και Εξαδάκτυλος. Την ίδια χρονιά συμμετείχαν με δύο κομμάτια στον δίσκο Ζωντανοί στο Κύτταρο. Στο Κύτταρο γνωρίστηκαν με τους Θανάση Γκαϊφύλλια και Δημήτρη Πουλικάκο, αλλά και με τα Μπουρμπούλια, που έπαιζαν με τον Διονύση Σαββόπουλο.

Το 1972, τα Μπουρμπούλια είχαν έρθει σε ρήξη με τον Σαββόπουλο και, στη συνέχεια, δύο από τα μέλη τους αποχώρησαν. Οι Σιδηρόπουλος και Δεληγιαννίδης τους αντικατέστησαν και συνενώθηκαν στο συγκρότημα μαζί με τα δύο εναπομείναντα μέλη, τον Νίκο Τσιλογιάννη (ντραμς) και τον Βασίλη Ντάλα (μπάσο). Το νέο σχήμα των Μπουρμπουλιών ξεκίνησε να εμφανίζεται ζωντανά σε διάφορους χώρους της Αθήνας. Λίγο μετά κυκλοφόρησε τον δίσκο 45 στροφών Ο Ντάμης ο σκληρός, ο οποίος αρχικά ονομαζόταν Ο Ντάμης ο ληστής, αλλά η δισκογραφική εταιρεία ζήτησε αλλαγή του τίτλου για να αποφύγει προβλήματα με τη λογοκρισία. Το συγκρότημα όμως δεν κατάφερε να βρει εταιρεία για να κυκλοφορήσει δίσκο μεγάλης διάρκειας, ενώ μια μαγνητοσκοπημένη τους εμφάνιση για την εκπομπή του Νίκου Μαστοράκη, Δισκοθήκη για νεολαία, κόπηκε από τη λογοκρισία. Στην Αθήνα δεν υπήρχαν ευκαιρίες για ζωντανές εμφανίσεις ύστερα και από την άρνηση του Σαββόπουλου να συνεργαστεί μαζί τους. Πήγαν στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 1973 προσπαθώντας να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα εκεί, αλλά τα έσοδα από τις συναυλίες ήταν χαμηλά. Ο Δεληγιαννίδης έφυγε σύντομα για την Αγγλία και στις αρχές του 1974 το συγκρότημα διαλύθηκε. Λίγο μετά ο Σιδηρόπουλος επέστρεψε στην Αθήνα, ύστερα από παράκληση της οικογένειας του που πήγε να τον βρει, και εργάστηκε για λίγο στην επιχείρηση του πατέρα του. Κατά τη διάρκεια της έντονα πολιτικοποιημένης περιόδου της μεταπολίτευσης που ακολούθησε την πτώση της χούντας το 1974 το ενδιαφέρον του κοινού είχε επικεντρωθεί στο πολιτικό τραγούδι και το ροκ είχε περάσει στο περιθώριο. Λίγους μήνες μετά από την επιστροφή του στην Αθήνα ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Συμμετείχε ως τραγουδιστής σε τρεις δίσκους του, τα έργα Θεσσαλικός κύκλος (1974), και Οροπέδιο (1976), ενώ είχε και μια ελάχιστη συμμετοχή σε ένα τραγούδι του δίσκου Ανεξάρτητα (1975).Παράλληλα έκανε μουσικές και θεατρικές εμφανίσεις στις συναυλίες του Μαρκόπουλου. Στις 4 και 6 Οκτωβρίου του 1976 ο συνθέτης πραγματοποίησε συναυλίες στο Ηρώδειο, με τη συμμετοχή του Σιδηρόπουλου, οι οποίες μαγνητοσκοπήθηκαν και ηχογραφήθηκαν αλλά κυκλοφόρησαν μόλις το 1990. Έτσι έκλεισε η πρώτη περίοδος της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, στην οποία ο Σιδηρόπουλος τα επόμενα χρόνια θα αναφερόταν αρνητικά σε συνεντεύξεις του, χαρακτηρίζοντας την μια νεκρή περίοδο για τον ίδιο.Όμως αργότερα, στα τέλη του 1986, οι δύο τους θα συνεργάζονταν ξανά, καθώς ο Σιδηρόπουλος ερμήνευσε τέσσερα τραγούδια και δύο ποιήματα στον δίσκο του συνθέτη Τολμηρή Επικοινωνία (1987).

Αν και ο Σιδηρόπουλος ένοιωθε καλλιτεχνικά τελματωμένος κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, η περίοδος εκείνη ήταν σημαντική για την προσωπική του ζωή. Την άνοιξη του 1976 πήρε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία για ψυχολογικούς λόγους. Λίγο αργότερα, μέσα από μια σύντομη σχέση με μια κοπέλα ονόματι Κάθυ, για την οποία έγραψε το τραγούδι «Για την Κ», ο Σιδηρόπουλος θα γνώριζε τη συμμαθήτρια της Γιόλα Αναγνωστοπούλου με την οποία θα έμεναν μαζί μέχρι το 1980. Κατά την περίοδο της σχέσης του με την Αναγνωστοπούλου φαίνεται να ξεκίνησε να κάνει χρήση ηρωίνης.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ο Σιδηρόπουλος είχε ηχογραφήσει ένα τραγούδι για τον ιστορικό δίσκο του φίλου του Δημήτρη Πουλικάκου Μεταφοραί εκδρομαί ο Μήτσος που κυκλοφόρησε το 1976. Στις 6 Νοεμβρίου του 1977 ο Πουλικάκος είδε ζωντανά το συγκρότημα Σπυριδούλα στο κινηματοθέατρο Κνωσός. Γνωρίζοντας πως ο Σιδηρόπουλος έψαχνε μουσικούς για να ηχογραφήσει τις συνθέσεις του, του πρότεινε να τους συναντήσει. Αρχικά ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε σε προσωρινή βάση με το συγκρότημα, ερμηνεύοντας διασκευές ξένων τραγουδιών στις συναυλίες τους στην επαρχία.[17] Η συνεργασία τους οριστικοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1978 με σκοπό την ηχογράφηση του άλμπουμ Φλου.Το συγκρότημα και ο Σιδηρόπουλος ξεκίνησαν εντατικές πρόβες επάνω στα κομμάτια του δίσκου στο κλαμπ Χόμπι που τους είχε παραχωρηθεί. Τον Οκτώβριο μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν αρχικά ένα ντέμο με δύο κομμάτια, τα «Μπάμπης ο Φλου» και «Ξέσπασμα», με το τελευταίο να είναι διασκευή ενός κομματιού που είχε ηχογραφήσει ο Σιδηρόπουλος με τους Δάμων και Φιντίας. Μέσα από τη γνωριμία του Σιδηρόπουλου με τον Θοδωρή Σαραντή, τότε υπεύθυνου ξένου ρεπερτορίου της ΕΜΙΕΛ (τέως Columbia), ήρθε σε επαφή με τον διευθυντή της εταιρείας Γιώργο Πετσίλα ο οποίος συμφώνησε να κυκλοφορήσει το δίσκο. Την παραγωγή του δίσκου ανέλαβε ο Σαραντής με βοηθό τον Μάνο Ξυδού και οι ηχογραφήσεις έγιναν στα στούντιο της Columbia στη Ριζούπολη. Συμμετείχε μια σειρά έμπειρων μουσικών που γνωρίζονταν για χρόνια με τον Σιδηρόπουλο όπως οι Νίκος Πολίτης (κατά καιρούς μέλος του Εξαδάκτυλου και των Socrates), ο Δημήτρης Πολύτιμος (MGC και Εξαδάκτυλος) και ο Γιώργος Μαγκλάρας που έπαιξε ηλεκτρικό βιολί στο ψυχεδελικό «Η ώρα του Stuff», το πρώτο τραγούδι του Σιδηρόπουλου που αναφέρεται στα ναρκωτικά. Στο κομμάτι αυτό έκανε φωνητικά η Δήμητρα Γαλάνη χωρίς όμως να αναφέρεται το όνομα της γιατί είχε μόλις αλλάξει δισκογραφική εταιρεία. Οι ηχογραφήσεις σύμφωνα με μαρτυρίες ήταν δύσκολες με τον Σιδηρόπουλο να έρχεται σε ρήξη με το άπειρο συγκρότημα, εν μέρει λόγω των προβλημάτων εθισμού που ήδη είχε.Ο δίσκος κυκλοφόρησε καθυστερημένα τον Μάιο του 1979. Η υποδοχή του από τον ειδικό τύπο ήταν γενικά θετική. Οι πωλήσεις όμως ήταν απογοητευτικές και δεν ξεπέρασαν τις 5.000. Τα επόμενα χρόνια όμως η αποδοχή και οι πωλήσεις του Φλου θα αυξάνονταν θεαματικά, με το δίσκο να κάνει διαρκείς επανεκδόσεις, ενώ το 1992 ψηφίστηκε από τους συντάκτες του περιοδικού Ποπ+Ροκ ως το «καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής».Οι Σπυριδούλα με τον Σιδηρόπουλο έκαναν μια σειρά ζωντανών συναυλιών για την υποστήριξη του δίσκου όμως λίγους μήνες μετά οι δρόμοι τους χώρισαν, πιθανόν γιατί οι Σπυρόπουλοι ήθελαν να ακολουθήσει το συγκρότημα μια πιο ξεκάθαρη πολιτική γραμμή.

Καριέρα ως ηθοποιός

Η πρώτη επαφή του Σιδηρόπουλου με την υποκριτική είχε γίνει κατά τη διάρκεια των ζωντανών εμφανίσεων του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον ρόλο του να έχει αρκετά θεατρικά στοιχεία. Το καλοκαίρι του 1977 μέσω του Τόλη Μαστρόκαλου, μπασίστα των Σπυριδούλα γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Ανδρέα Θωμόπουλο, γνωστού για την ταινία του Αλδεβαράν. Ο Θωμόπουλος εντυπωσιάστηκε από τη σκέψη και τη φωτογένεια του Σιδηρόπουλου και, επιθυμώντας να συνεργαστούν, προσάρμοσε το σενάριο της επόμενης ταινίας του, Ο Ασυμβίβαστος,στον χαρακτήρα του. Ο Σιδηρόπουλος δέχθηκε να πρωταγωνιστήσει, παρά τις επιφυλάξεις του για το σενάριο, ενώ τραγουδούσε και όλα τα τραγούδια της ταινίας.Τα γυρίσματα έγιναν το 1977 και τη γενική επιμέλεια της μουσικής επένδυσης της ταινίας είχε ο συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής Γιώργος Θεοδωράκης, γιος του Μίκη. Ο τελευταίος έγραψε και ένα τραγούδι για την ταινία, το «Κάποτε θα ‘ρθουν» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τέσσερα τραγούδια για το σάουντρακ έγραψε και ο Θωμόπουλος, ανάμεσα τους τη μπαλάντα «Να μ’αγαπάς» το οποίο αρχικά δεν ακούστηκε ιδιαίτερα αλλά μετά το θάνατο του Σιδηρόπουλου έγινε πολύ δημοφιλές στο ραδιόφωνο και διασκευάστηκε από διάφορους καλλιτέχνες. Η ερμηνεία του Σιδηρόπουλου πήρε γενικά θετικές κριτικές όμως η ταινία είχε μια αδιάφορη πορεία τόσο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του 1979 όσο και στις αιθουσες.

Στην καριέρα του ως ηθοποιού περιλαμβάνεται και μια τηλεοπτική εμφάνιση στο σήριαλ του Κώστα Φέρρη Οικογένεια Ζαρντή (ΕΡΤ, 1982) όπου έπαιζε το ρόλο ενός οπιομανούς γαλλοθρεμμένου αστού των αρχών του 20ου αιώνα.

Εταιρεία Καλλιτεχνών και συνεργασία με τους Απροσάρμοστους

Το καλοκαίρι του 1979 ο Σιδηρόπουλος είχε μείνει χωρίς συγκρότημα και κατά καιρούς τζάμαρε με τον Τόλη Μαστρόκαλο και τον κιθαρίστα Θόδωρο (Τέρρυ) Παπαντίνα, τέως μέλος των Μακεδονομάχων τους οποίους ακολουθούσε φανατικά ο Σιδηρόπουλος στα φοιτητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Αποφάσισαν να φτιάξουν συγκρότημα και στο σχήμα προστέθηκαν οι Στίλπων Νέστορας (ρυθμική κιθάρα) και ο Γιώτης Μπαγκάλας (ντραμς). Ο Μπαγκάλας έμεινε λιγότερο από ένα μήνα και τον αντικατέστησε ο Τζίμης Τζιμόπουλος, τέως μέλος των Idols. Ο τελευταίος πρότεινε και το όνομα Art Associations για το συγκρότημα αλλά ο Σιδηρόπουλος επέμεινε να ελληνοποιηθεί σε Εταιρεία Καλλιτεχνών. Το γκρουπ πραγματοποίησε μια σειρά ζωντανών εμφανίσεων όπου έπαιζε διασκευές ξένων κομματιών και μερικά τραγούδια από το Φλου αλλά δεν κυκλοφόρησε δίσκο. Ένα όμως τραγούδι από αυτήν την περίοδο, το «Clown», θα περιλαμβανόταν στον κατοπινό δίσκο του Σιδηρόπουλου Zorba the freak.

Το 1980 ο Παύλος Σιδηρόπουλος κατέληξε σε ένα σχήμα που με λίγες αλλαγές παίζει μαζί του μέχρι το τέλος, τους Απροσάρμοστους. Μαζί ηχογραφούν μια σειρά σημαντικών δίσκων και έχουν συνεχή ζωντανή παρουσία. Το 1982 κυκλοφορούν το Εν λευκώ. Τα τραγούδια «Η» και «Αντεργκράουντ με στρας» λογοκρίνονται, για «προτροπή στη χρήση ναρκωτικών» και το τραγούδι «Ύστατη στιγμή» για «προσβολή της δημοσίας αιδούς». Το 1985 κυκλοφορούν το Zorba the freak. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος συνεργάζεται με το συγκρότημα «Τερμίτες» (Μαχαιρίτσας – Μιτζέλος)το 1983-4 και 1986 στο Rodeo club με συγκλονιστικές ροκ παραστάσεις, επίσης το 1985 σε συναυλίες με το «Rock In Athens» όπως και σε συναυλίες σε πολλές πόλεις της Ελλάδος με τίτλο «Ήχοι του Χειμώνα» όπου μοιράστηκε την σκηνή με τους «Τερμίτες». (συναυλίες που διοργάνωσε το τότε Υφυπουργείο Νέας Γενιάς Και Αθλητισμού από το 1983 ως το 1988.) Το 1987 πραγματοποιεί μια συγκλονιστική εμφάνιση στο Ηρώδειο στη συναυλία του Γιάννη Μαρκόπουλου Τολμηρή επικοινωνία -που κυκλοφόρησε και σε δίσκο με αυτό τον τίτλο- ερμηνεύοντας τραγούδια σε στίχους του Δημήτρη Βάρου και απαγγέλοντας ποιήματα του ιδίου από το βιβλίο Θηρασία. Το 1988 συμμετέχει στο δίσκο Ηλεκτρικός Θησέας (μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος, στίχοι Δημήτρης Βάρος). Το 1989 κυκλοφορεί το Χωρίς μακιγιάζ (ηχογραφημένος ζωντανά στο συναυλιακό χώρο Μετρό).

Θάνατος

Το καλοκαίρι του 1990 άρχισε να παραλύει το αριστερό του χέρι. Οι γιατροί υπέθεταν πρόβλημα στα αγγεία, αλλά κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς είχε. Η επίσημη διάγνωση ήταν «πάρεση βραχιόνιου αριστερού πλέγματος». Το πρόβλημα με την υγεία του και ο θάνατος της μητέρας του λίγους μήνες πριν, τον έκαναν ψυχολογικό ράκος. Το φθινόπωρο το συγκρότημα άρχισε τις συνηθισμένες του εμφανίσεις στο κλαμπ Αν όπου ο Σιδηρόπουλος εμφανιζόταν με το χέρι δεμένο. Έχοντας αρκετά νέα τραγούδια και μερικά παλιά ακυκλοφόρητα σε νέες ενορχηστρώσεις, άρχισαν να ηχογραφούν το υλικό αυτό, ενώ συγχρόνως είχαν προγραμματίσει σειρά ζωντανών εμφανίσεων για το Δεκέμβριο. Στις 4 Δεκεμβρίου είχε πάει στο στούντιο για να ηχογραφήσει τα φωνητικά του δίσκου αλλά ήταν μεθυσμένος, διαπληκτίστηκε με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος και έφυγε με μια φίλη του. Το μεσημέρι της 6ης Δεκεμβρίου ο Σιδηρόπουλος βρέθηκε στο σπίτι μιας άλλης φίλης του στο Νέο Κόσμο σε κωματώδη κατάσταση λόγω υπερβολικής δόσης ηρωίνης και λίγο μετά ξεψύχησε στο ασθενοφόρο καθοδόν προς το νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Κηδεύτηκε στον Κόκκινο Μύλο. Ο Αλέκος Αράπης, μπασίστας των Απροσάρμοστων, έχει εκφράσει την υπόθεση πως ο Σιδηρόπουλος πήρε εσκεμμένα υπερβολική δόση με σκοπό να αυτοκτονήσει λόγω των προβλημάτων με το χέρι του, με βάση μια συζήτηση που είχαν λίγους μήνες πριν από το θάνατο του.

Μεταθανάτιες κυκλοφορίες

Το 1991 οι Απροσάρμοστοι κυκλοφόρησαν τον δίσκο Άντε και καλή τύχη μάγκες, όπου ορισμένα τραγούδια είχε προλάβει να τα ηχογραφήσει ο Παύλος Σιδηρόπουλος και τα υπόλοιπα τα ερμήνευσαν διάφοροι καλλιτέχνες. Μεταξύ αυτών οι Γιάννης Γιοκαρίνης, Γιάννης Αγγελάκας και Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας. Το 1992 κυκλοφορεί ο δίσκος Τα μπλουζ του πρίγκηπα. Ο δίσκος αυτός περιέχει πειραματικές ηχογραφήσεις που έγιναν από το 1979 ως το 1981. Ήταν ο καρπός των προσπαθειών που είχαν ξεκινήσει από το 1972. Εδώ ο Παύλος Σιδηρόπουλος παντρεύει το μπλουζ με το ρεμπέτικο. Το 1994 κυκλοφορεί ο διπλός δίσκος Εν αρχή ην ο λόγος, με ζωντανές ηχογραφήσεις από το 1978 μέχρι το 1989, την απαγγελία ενός κειμένου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μουσική και απόσπασμα από μια συνέντευξή του στην ΕΤ2. Πολλά από τα τραγούδια του δίσκου εκδόθηκαν για πρώτη φορά.

Τραγούδια από την τελευταία ηχογραφημένη συναυλία του Παύλου Σιδηρόπουλου με τους Απροσάρμοστους, που πραγματοποιήθηκε στο An Club στην Αθήνα στις 16-17 και 23-24 Μαρτίου του 1990, κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 2017 σε συλλεκτική έκδοση βινυλίου με τη συγκατάθεση των φίλων και συνεργατών του Παύλου Σιδηρόπουλου, Οδυσσέα Γαλανάκη, Αλέκου Αράπη και Κυριάκου Δαρίβα.

Δισκογραφία

    Το ξέσπασμα/Ο κόσμος τους (Zodiac) 1970

    Ο Γερο-Μαθιός (Zodiac) 1971

    Ο Ντάμης ο σκληρός/Απογοήτευση (Zodiac) 1972

    Φλου (ΕΜΙ) 1978

    Εν λευκώ (ΕΜΙ) 1982

    Zorba the freak (ΕΜΙ) 1985

    Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1987

    Χωρίς μακιγιάζ – Ζωντανή ηχογράφηση (MBI) 1989

    Άντε και καλή τύχη μάγκες (ΕΜΙ) 1991

    Τα μπλουζ του πρίγκηπα (MBI) 1992

    Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1993

    Εν αρχή ην ο λόγος (7η Διάσταση) 1994

    Ο ασυμβίβαστος και πέντε σπάνια τραγούδια (Lyra) 1994

    Ταξιδεύοντας (7η Διάσταση) 1996

    Επιτυχίες (ΜΒΙ) 1997

    Στιγμές (Δίφωνο) 1997

    Day after Day 2001 (ΕΜΙ, EP με δύο ανέκδοτα τραγούδια)

    Τα τραγούδια του Παύλου (EMI) 2002 (Συλλογή)

Συμμετοχές

    Ζωντανοί στο κύτταρο (Με τα τραγούδια του “Απογοήτευση” και “Ο Γερο Μαθιός” 1971 Zodiac)

    Θεσσαλικός κύκλος (Μαρκόπουλου) (EMI-COLUMBIA 1974/1975)

    Ανεξάρτητα (Μαρκόπουλου) (ΜΙΝΟS EMI 1975)

    Οροπέδιο (Μαρκόπουλου) (ΜΙΝΟS EMI 1976)

    Crazy love στου Ζωγράφου (ΜΙΝΟS) 1979

    Σε άλλη γη (Σταύρος Λογαρίδης) (1980)

    Νοκ άουτ (Χατζηνάσιου) (ΜΙΝΟS) (1986)

    Τολμηρή επικοινωνία (Μαρκόπουλου) (CBS 1987)

    Ηλεκτρικός Θησέας (Μαρκόπουλου) (CBS 1987)

    Η Συναυλία στο Ηρώδειο (Μαρκόπουλου) (PHILIPS 1990)

    ΜαΘήματα πατριδογνωσίας (Διάφοροι) (Lyra 1991)

    Η Φαντασία στην εξουσία (Ρομαντικοί παραβάτες) (7η Διάσταση)

    Σε δύο δίσκους του Δημήτρη Πουλικάκου

    Ροκ ιστορίες (ΕΜΙ)

    Rocks beer (ΕΜΙ)

Τάρια Τούρουνεν (Tarja Soile Susanna Turunen-Cabuli)

Η Τάρια Τούρουνεν (Tarja Soile Susanna Turunen-Cabuli) Γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου του 1977 στο μικρό φινλανδικό χωριό Πούχος, κοντά στην πόλη της Κίτεε.

Ενθαρρυμένη από την οικογένειά της από την αρχή, η Τάρια ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές της στην ηλικία των έξι. Γίνεται μέλος της εκκλησιαστικής χορωδίας και παράλληλα με τα μαθήματα φωνητικής αρχίζει και μαθήματα πιάνου. Στα δεκαπέντε της, μετακόμισε στη Σαβονλίνα, όπου, παρακολούθησε την Ανώτερη Δευτεροβάθμια Σχολή Καλών Τεχνών και Μουσικής.

Εκεί, ήταν η πρώτη μαθήτρια που πέρασε όλες τις μουσικές εξετάσεις με κορυφαίους βαθμούς στην ιστορία του κολεγίου.[5] Καθώς μεγάλωνε πειραματιζόταν με την Σόουλ μουσική της Γουίτνεϊ Χιούστον, της Αρίθα Φράνκλιν. Η Σάρα Μπράιτμαν με το “The Phantom of the Opera”, όμως, αποτέλεσαν την μεγαλύτερη επιρροή στο να καταλήξει η Τάρια σε αυτό το είδος μουσικής.

Ξεκίνησε επίσημα την καριέρα της, το 1996, τραγουδώντας ως φοιτήτρια της Μουσικής Ακαδημίας Σιμπέλιους, στο Ελσίνκι της Φινλανδίας, σε κλασικά κονσέρτα. Το 1999 ολοκλήρωσε επιτυχώς σπουδές της, μετά από τέσσερα χρονια, στη φινλανδική Ακαδημία Σιμπέλιους, και συνέχισε για μια άλλη τετραετία, τις σπουδές της στη Γερμανία, στο Μουσικό Πανεπιστήμιο της Καρλσρούης, και το 2003 ολοκλήρωσε επίσης με επιτυχία τις σπουδές της, αποκτώντας δίπλωμα φωνητικής διδασκαλίας αλλά και διπλώματα που πιστοποιούν τη γνώση μουσικών οργάνων, όπως πιάνο, βιολί, κλπ.

Το 1997, ο πρώην συμμαθητής της, Τουόμας Χολοπάινεν, κάλεσε την Τάρια να συμμετάσχει στη νέα μουσική του πρόταση(Nightwish) και αυτή αμέσως συμφώνησε. Η αποδοχή της έδωσε πνοή σε μια μπάντα που θα άλλαζε τις προοπτικές της Τάρια για τη μουσική τελείως. Κατά τη διάρκεια ηχογράφησης του πρώτου δοκιμαστικού ο Χολοπάινεν ανακάλυψε ότι λόγω των μαθημάτων της πάνω στο κλασσικό τραγούδι, η φωνή της Τάρια είχε γίνει πολύ πιο ισχυρή από ό,τι θυμόταν από το σχολείο τους. Έτσι, ο Έμπου Βουορίνεν χρησιμοποίησε ηλεκτρική κιθάρα αντί για κλασική, επειδή ένιωθε ότι έδενε καλύτερα με τη φωνής της Τάρια.[7] Ο Χολοπάινεν αργότερα εξήγησε ότι τα μέλη του συγκροτήματος είχαν σταδιακά συνειδητοποιήσει πως η φωνή της Τάρια είχε γίνει πάρα πολύ δραματική για το ακουστικό είδος μουσικής (acoustic mood music) που ήθελαν. Ως εκ τούτου, ο Χολοπάινεν αποφάσισε να διαμορφώσει τους Nightwish ως μέταλ συγκρότημα. Το 1997, κυκλοφόρησαν το πρώτο άλμπουμ τους, “Angels Fall First”. Για την Τάρια, η μέταλ ήταν ένα άγνωστο πεδίο και ανδροκρατούμενος χώρος. Παρόλαυτα, κατάφερε να γίνει γνωστή στη χώρα της. Η Τούρουνεν επίσης ανέμειξε το μέταλ με το μουσικό είδος της όπερας. Το “οπερατικό heavy metal” ύφος ήταν ακόμα ανεξερεύνητο και έτσι η Τούρουνεν έγινε εκπρόσωπος αυτού του είδους. Η Τάρια βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα αβέβαιο συμβιβασμό δεδομένου ότι αγωνίστηκε να εξισορροπήσει δύο αντικρουόμενα στυλ στη φωνή της, στην καριέρα της και στη ζωή της.

Τα τέσσερα πρώτα άλμπουμ των Nightwish με την Τάρια, θεωρούνται τα καλύτερα, ποιοτικότερα και πιο διαχρονικά άλμπουμ τους στο είδος του οπερατικού γκόθικ χέβυ μέταλ.

Η Τάρια επικεντρώθηκε στην σόλο καριέρα της, περιοδεύοντας τον Δεκέμβριο του 2005 με μια σειρά από προσχεδιασμένες Χριστουγεννιάτικες συναυλίες, στη Φινλανδία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Ρουμανία. Ερμήνευσε διάφορα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα τραγούδια της Φινλανδίας. Στις 8 Νοεμβρίου 2006, κυκλοφόρησε τον Χριστουγεννιάτικο δίσκο “Henkäys ikuisuudesta”.

Τα 2006 και 2007 ήταν παραγωγικές χρονιές για αυτή, καθώς ψηφίστηκε ως Καλύτερη Σολίστ του έτους, στη φινλανδική διοργάνωση βραβεία Έμμα. Το 2007 βραβεύτηκε, επίσης, ως Καλύτερη Πρωτοεμφανιζόμενη Καλλιτέχνις στη γερμανική διοργάνωση βραβεία Echo. Τα βραβεία αυτά τα κέρδισε για το χριστουγεννιάτικο άλμπουμ της.

Η Τάρια δήλωσε για τις πρώτες της συναυλίες ως μέταλ σόλο καλλιτέχνις το 2008: «Ήταν πολύ δύσκολο να βγω στη σκηνή στις πρώτες μέταλ συναυλίες μου ως σόλο καλλιτέχνις, όταν αποχώρησα από την μπάντα, αλλά δεν έβλεπα κανέναν άλλον τρόπο για να συνεχίσω. Η μουσική είναι ο τρόπος ζωής μου, τραγουδώ για την χαρά που μου δίνει το τραγούδι. Η περιοδεία ήταν μια επιτυχία και με έκανε να καταλάβω ότι έχω ένα ακροατήριο με το μέρος μου και ότι οι άνθρωποι έχουν μια θέση για τη μουσική μου στις καρδιές τους. Είμαι πραγματικά ευγνώμων για αυτό το δώρο».

Κανείς δε γνώριζε αρκετά τη φύση της μουσικής της Τάρια, μέχρι την ημέρα της κυκλοφορίας της. Ακόμα και όταν εκείνη η ημέρα έφτασε, το Νοέμβριο του 2007, το ντεμπούτο της Τάρια δεν ήταν ένα εύκολο άλμπουμ για ταξινόμηση. Δέκα χρόνια στον κόσμο της metal είχαν αφήσει το στίγμα τους και έτσι μπορούσαν άνετα να βρεθούν τα συμφωνικά στοιχεία, όμως δεν ήταν ένα αποκλειστικά metal άλμπουμ. Η Τάρια εισήγαγε νέους ήχους, νέα διάθεση, φθάνοντας στους χώρους της εναλλακτικής ροκ, της pop και του Ambient για να δανειστεί αποχρώσεις στην παλέτα της. Γενικά, η μουσική της Τάρια, κατατάσσεται στο είδος: ατμοσφαιρικό, οπερατικό, συμφωνικό ποπ μέταλ και οπερατικό ποπ ροκ, με τα “My Winter Storm” και “What Lies Beneath” να είναι περισσότερο χέβυ μέταλ από τα υπόλοιπα άλμπουμ της. Το “My Winter Storm” κυκλοφόρησε διεθνώς σε περισσότερες από 80 χώρες στις 16, Νοεμβρίου του 2007, από την Universal Music, και έφθασε στην κορυφή των τσαρτς στη Φινλανδία από τη πρώτη μέρα. Το άλμπουμ ήταν εμπορικά επιτυχημένο και εκτός της Φινλανδίας, διότι πιστοποιήθηκε χρυσό στην Ουγγαρία, την Τσεχία και τη Γερμανία και πλατινένιο στη Φινλανδία και στη Ρωσία.

Τα δύο Χριστουγεννιάτικα άλμπουμ της Τάρια και ο πρώτος μέταλ δίσκος της θα μπορούσαν να αποτελούν το κύκνειο άσμα της δισκογραφικά με τους Nightwish καθώς η ατμόσφαιρα των τριών αυτών άλμπουμ κυμαίνεται στο ύφος του “Century Child” με επιπλέον φωνητικούς πειραματισμούς, μεταξύ οπερατικής, ποπ αλλά και χέβυ μέταλ φωνητικής προσέγγισης, που αναδεικνύουν ακόμα περισσότερο την ομορφιά και τις ικανότητες της φωνής της.

Το δεύτερο άλμπουμ κυκλοφόρησε την 1η Σεπτεμβρίου του 2010, με τίτλο “What Lies Beneath”. Θεωρείται ως το πραγματικό ντεμπούτο στη σόλο καριέρα της. Στον δίσκο αυτό, η metal συναντά την Όπερα και η φαντασία τον τρόμο. Το “What Lies Beneath” θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το “παιδί” της Τάρια, καθώς όλα τα κομμάτια τα έγραψε η ίδια επενδύοντας τον καλύτερό της εαυτό.[6] Ήταν η ίδια η Τούρουνεν που περιέγραψε καλύτερα την μετεξέλιξη από το “My Winter Storm”. «Αν αυτά ήταν τα πρώτα βήματα, με το “What Lies Beneath” έμαθα να τρέχω».

Τον Ιανουάριο του 2009, η μυθική τραγουδίστρια της χαρντ ροκ, Ντόρο, κυκλοφόρησε τον δίσκο “Fear No Evil”, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται το ντουέτο με την Τάρια “Walking with the Angels”, στο οποίο δημιουργείται μια υπέροχη φωνητική αντίθεση, μιας όμορφα άγριας, γρεζάτης φωνής με μια γλυκιά και μελωδική, Το οποίο ακούμε και στο βίντεο κλιπ.

Τον Μάρτιο του 2010, οι Γερμανοί χαρντ ροκ βετεράνοι Scorpions κυκλοφόρησαν το στούντιο άλμπουμ τους, “Sting In The Tail”. Το άλμπουμ περιέλαβε μια εμφάνιση της Τάρια στο τραγούδι “The Good Die Young”.

Έκανε επίσης μια άλλη συνεργασία, τον Σεπτέμβριο του 2013, αυτή τη φορά με το ολλανδικό συμφωνικό ατμοσφαιρικό μέταλ συγκρότημα, Within Temptation, στο άλμπουμ τους “Hydra”. Υπήρχε μεγάλη προσδοκία από τους οπαδούς του είδους, να γίνει αυτή η συνεργασία. Οι αρμονικά συνδυασμένες φωνές της Τάρια και της Σάρον Ντεν Άντελ, είχαν ως αποτέλεσμα το τραγούδι “Paradise (What About Us?)”, το οποίο κυκλοφόρησε με ένα συνοδευτικό βίντεο τον Σεπτέμβριο του 2013.